Feels like it's a fairy tale
Έτρεχε σχεδόν. Να ξεφύγει.
Από τι;
Από ποιον;
Από τον ίδιο της τον εαυτό μάλλον.
Ένιωθε να πνίγεται, να μη της φτάνει ο αέρας.
Παγιδευμένη.
Φυλακισμένη στους τέσσερις τοίχους της ζωής που ζούσε μία αέναη λούπα των ίδιων πραγμάτων, χωρίς να νιώθει, να ονειρεύεται.
Χωρίς να έχει κάτι να περιμένει. Κάτι να ελπίζει. Κάτι που θα την κάνει να χαμογελά.
Η θάλασσα, μόνο αυτή ήταν εκεί να την ακούει υπομονετικά δίχως να χρειάζεται να μιλά. Να την τροφοδοτεί οξυγόνο, όταν ένιωθε πως της τελειώνει.
**************************************************
Ποια είναι τάχα εκείνη η κινητήριος δύναμη που σε ξυπνά από το λήθαργο της ρουτίνας; Τι σόι πράγμα σε κάνει να ξεχνάς. Να ξεχνάς ποιος ήσουν, τι έχεις ζήσει, τι ραντεβού έχεις κλείσει για αύριο, πόσα χρωστάς στη ΔΕΗ, πότε πρέπει να παραδώσεις το πρότζεκτ στη δουλειά.
Είναι εκείνο εκεί το συναίσθημα που δειλιάζω ακόμη και να ξεστομίσω, μήπως μ'ακούσει κι έρθει να με τιμωρήσει που καταχράστηκα το όνομα του.
Έρωτας.
Εκείνη η τσιχλόφουσκα που φουσκώνεις χωρίς να πολυσκεφτείς ότι το πιθανότερο είναι να σκάσει στα μούτρα σου. Και δε σε πολυνοιάζει κιόλας.
Μου θυμίζει λίγο τον τοίχο αναρρίχησης.
Όταν είσαι μικρός παίρνεις φόρα κι αρχίζεις να σκαρφαλώνεις. Δε σε νοιάζει αν γλιστράς. Δε σκέφτεσαι πόσο πονάνε τα χέρια σου. Και κυρίως, ποτέ σου δεν κοιτάζεις κάτω. Πιστεύεις ότι αν γλιστρήσεις, θα σε κρατήσουν τα σχοινιά.
Και μπαμ! Σκας φαρδύς πλατύς στο πάτωμα, να σε πονάνε τα πάντα και να νομίζεις ότι σχεδόν πέθανες.
Και ύστερα; Ύστερα τινάζεις μπατζάκια και να σου πάλι να σκαρφαλώνεις.
Όταν, όμως, έχεις πλέον μεγαλώσει; Όταν έχεις μεγαλώσει, φίλε μου, σου πονάνε τα γόνατα από τα πολλά πεσίματα. Νιώθεις μουδιασμένος, ανίκανος να σκαρφαλώσεις πια. Πετάς ένα "Δεν είναι αυτά για μένα πια. Επικίνδυνα σπορ." Κι εγκαταλείπεις.
Κι αν είσαι από τους τολμηρούς; Πιάνεις ένα ένα τουβλάκι στον τοίχο και προσέχεις που πατάς. Ολοένα κοιτάζεις κάτω και νιώθεις το στήθος σου να πάλλεται όσο απομακρύνεσαι από το έδαφος, γιατί δεν ξέρεις κατά πόσο θα αντέξεις άλλη "πτώση".
**************************************************
Έκατσε σε κάτι σκαλοπάτια στο αγαπημένο της σημείο, εκεί που μπορούσε να αγναντεύει όλη την πόλη, άναψε ένα τσιγάρο και έβγαλε το κινητό να ακούσει τη μουσική της. Ψαχούλεψε λίγο της τσέπες της, ώσπου να βρει τα ακουστικά, που σύντομα κατάλαβε ότι είχε ξεχάσει. Κοίταξε τριγύρω και είδε ότι δεν κυκλοφορούσε και πολύς κόσμος. Ακούμπησε το κινητό κάτω και το άφησε να παίζει από το μεγάφωνο.
I keep thinking of the way that we were met
Feels like it's a fairy tale
You're the princess the most beautiful I've seen
I am just a prince.
Ένας τύπος με τη φωτογραφική του ακούμπησε στο κάγκελο λίγο παραδίπλα να αποθανατίσει το μαγικό ηλιοβασίλεμα.
"Μόνικα ακούς;" Τη ρώτησε χωρίς δισταγμό.
"Την ξέρεις;" Απάντησε κάπως απορημένη.
"Ναι, είναι πολύ καλή. Να σου κάνω μία τράκα;" Την πλησίασε διστακτικά και ξεκρέμασε τη φωτογραφική από το λαιμό του.
Του πρόταξε το χέρι με το πακέτο κι ένα τσιγάρο να προεξέχει.
Της χαμογέλασε.
Του χαμογέλασε κι αυτή...
Απλά. Τόσο απλά.
Φωτογραφία από https://instagram.com/p/B4MRIOeBlYC/
https://www.instagram.com/dsakispixelover
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου